Είναι ευρέως αποδεκτό πως η εκμάθηση της γλώσσας και η ανάλογη εκπαιδευτική πολιτική συνιστούν τόσο πρωταρχικό στόχο και μέσο της πολιτικής της ενσωμάτωσης προσφύγων και μεταναστών όσο και ισχυρή νομική δέσμευση όπως αυτή αποτυπώνεται στις αντίστοιχες αποφάσεις/συμφωνίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η υπό δημοσίευση έρευνα που αφορά δεκαοχτώ χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης πραγματεύεται, αφενός, μέσα από ένα συγκριτικό πρίσμα αυτές τις πολιτικές ενσωμάτωσης και ένταξης· σκοπός τους είναι οι εκπαιδευόμενοι να αποκτήσουν τις απαραίτητες γλωσσικές δεξιότητες, και τις πρακτικές και κοινωνικές ικανότητες που απαιτούνται για την ένταξη των ίδιων και των οικογενειών τους. Αφετέρου, φιλοδοξεί να καταγράψει όλες αυτές τις κοινές παραμέτρους και τις διαφοροποιητικές γραμμές που οριοθετούν τα εκάστοτε εκπαιδευτικά προγράμματα.
Το καταληκτικό κεφάλαιο του συγγράμματος συναποτελούν η εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων, καθώς και η ανάλυση μελλοντικών προοπτικών τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο.